Τα ξεχασμένα μέχρι χθες Πομακοχώρια δίνουν το δικό τους ξεχωριστό στίγμα στη Θρακική γη, προσπαθώντας με το χαμόγελο και τη φιλοξενία του περήφανου λαού τους να βγουν από το περιθώριο της ιστορίας.
Με αφετηρία την πρωτεύουσα του νομού μπορείτε να επιχειρήσετε μια ενδιαφέρουσα βόλτα στην περιοχή και από εκεί να κατηφορίσετε για τους μοναδικούς υδροβιότοπους του Πόρτο Λάγος. Βέβαια, για όσους εξορμούν από τη νότια Ελλάδα τα χιλιόμετρα είναι πολλά και δεν καλύπτονται στον περιορισμένο χρόνο του Σαββατοκύριακου. Αντίθετα για τους Θεσσαλονικείς και τους υπόλοιπους κατοίκους της βόρειας Ελλάδας, η περιοχή είναι εύκολα προσεγγίσιμη.
Ξάνθη, η γοητεία της παλιάς πόλης
Με τη βουή του ποταμού Κόσυνθου να τη συντροφεύει εδώ και αιώνες, η Ξάνθη συνδυάζει ιδανικά το παλιό και το νέο. Εικόνες, ήχοι και μυρωδιές της κοντινής Ανατολής μπερδεύονται αρμονικά με τη χιλιόχρονη ελληνική παράδοση και την ανεξάλειπτη χριστιανική παρουσία. Η μεγάλη θρακιώτικη πόλη, με τη στρατηγική της θέση ανάμεσα στα βουνά, στον κάμπο και τη θάλασσα, κτισμένη πάνω στη νευραλγική αρτηρία που συνέδεε τη Θεσσαλονίκη με την Πόλη, έπαιξε τον ιστορικό της ρόλο στα πεπραγμένα της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Η μοίρα της άλλαξε ριζικά όταν το 1870 κάηκε η γειτονική Γενισέα και οι κάτοικοί της με όλα τους τα υπάρχοντα μεταφέρθηκαν στην πρωτεύουσα του νομού. Αναμφισβήτητα το εμπόριο του καπνού έφερε χρήμα και οικονομική ευρωστία. Ένα μέρος αυτής της οικονομικής και πνευματικής άνθησης μεταφέρεται ως τις μέρες μας αυτούσιο μέσα από τα όμορφα σπιτικά της παλιάς πόλης. Η σημερινή Ξάνθη κυριολεκτικά καταφέρνει και σε ταξιδεύει…
Το μεγάλο παζάρι του Σαββάτου, η πολύχρωμη αγορά, τα παλαιοπωλεία, τα εργαστήρια του ξύλου και του σίδερου γοητεύουν τον περιηγητή. Βέβαια, όσο και να καμαρώνουν οι Ξανθιώτες για το σύγχρονο πρόσωπο τηςπόλης τους, αναμφισβήτητα την παράσταση κλέβει η παλιά Ξάνθη. Τα καλντερίμια, οι εκκλησίες, οι ευγενικοί άνθρωπο, τα τζαμιά, το χρώμα της ώχρας και της σκουριάς στις πεπαλαιωμένες καπναποθήκες, τα περήφανα αρχοντικά έχουν τον τρόπο τους να διηγούνται βουβά την ιστορία των καιρών που πέρασαν. Η Ξάνθη είναι μια πόλη που ενώνει τους κατοίκους της, Χριστιανούς και Μουσουλμάνους. Δεν απομονώνει τις νοικοκυρεμένες γειτονιές, δεν βάζει φραγμούς στην καθημερινή επαφή των ανθρώπων. Η καλημέρα και το χαμόγελο είναι το ίδιο εκφραστικά και εγκάρδια από όπου και να προέρχονται. Μια αξιόλογη κοντινή βόλτα με το αυτοκίνητο είναι ο μεγάλος γύρος της πόλης. Θα περάσετε τη γέφυρα του Κόσυνθου ποταμού, θα ανηφορίσετε τις αλλεπάλληλες στροφές μέσα από το πευκοδάσος και, αφού προσπεράσετε το ιστορικό μοναστήρι της Παναγίας, θα καταλήξετε στην όμορφη κοιλάδα όπου και θα στρίψετε αριστερά για να μπείτε ξανά στην πόλη.
Οι αρχαίοι Αγριάνες
Ο δρόμος για τα Πομακοχώρια είναι μέχρι ένα σημείο ο ίδιος που οδηγεί στη Σταυρούπολη. Όμως, μετά από 10 χιλιόμετρα στρίβετε δεξιά τον ασφάλτινο δρόμο, όπως δείχνουν οι ταμπέλες, για τον Εχίνο και τα χωριά του.Από εδώ και πάνω ξεδιπλώνεται ένας από τους γοητευτικότερους τόπους της Θράκης. Οι σημερινοί Πομάκοι, γηγενές, καθαρόαιμο θρακιώτικο φύλο, απόγονοι πιθανώς τον αρχαίων Αγριάνων, ζουν και παλεύουν με αυτόν τον όμορφο αλλά τραχύ τόπο εδώ και χιλιάδες χρόνια. Μειονότητα καθώς ήταν από τα πανάρχαια χρόνια, υποτάχθηκαν κατά καιρούς στους διάφορους ισχυρούς. Επάνδρωσαν επάξια με εκλεκτούς στρατιώτες τις Μακεδονικές φάλαγγες του στρατού του Αλέξανδρου, εκχριστιανίστηκαν στα χρόνια του Βυζαντίου, ασπάστηκαν τον Ισλαμισμό τον ΙΕ αιώνα, όταν τα πάνοπλα τουρκικά φύλα κατάκλυσαν τον τόπο τους. Παρόλα αυτά, ακόμη και σήμερα σταυρώνουν το ψωμί πριν το κόψουν, γιορτάζουν τις εορτές των Αγ. Γεωργίου, Δημητρίου, Βασιλείου καθώς και το Πάσχα, φτιάχνουν βασιλόπιτα στις 15 Αυγούστου αναβιώνουν το πανάρχαιο θρακικό έθιμο της πάλης.
Μια σειρά τραγικών λαθών της ελληνικής πολιτικής με αποκορύφωμα τη μετονομασία της μειονότητας αυτής σε «Τουρκική« από «Μουσουλμανική», οδήγησαν τους Πομάκους κατευθείαν στην αγκαλιά της γειτονικής χώρας, που άδραξε την ευκαιρία και χρησιμοποιώντας την κοινή θρησκεία, άρχισε μια ανηλεή προπαγάνδα. Οι Πομάκοι σιγά-σιγά χαρακτηρίστηκαν πολίτες δεύτερης κατηγορίας και απαγορεύτηκε ακόμη και η είσοδος ή η έξοδος από τα χωριά τους αν δεν είχαν γραπτή άδεια. Φυσικά, ο δρόμος για τους επισκέπτες ήταν κλειστός με στρατιωτικά φυλάκια και συρματοπλέγματα και ας αποτελούσε τμήμα της ελληνικής επικράτειας! Μόλις την προηγούμενη δεκαετία η περιοχή άνοιξε για όλους και έτσι χωρίς κανένα διαδικαστικό πρόβλημα μπορεί ο ταξιδιώτης να μετακινείται ελεύθερα από χωριό σε χωριό. Οι Πομάκοι είναι περήφανος λαός, δουλευτές της άγονες γης. Πέρα από τα μικροπολιτικά συμφέροντα και τις φιλοδοξίες, πολύ εύκολα τους πλησιάζεις και νιώθεις την ανάγκη τους για απλή, φιλική και ανθρώπινη επικοινωνία.
Στο δρόμο για τον Εχίνο…
Ανηφορίζοντας τον ασφάλτινο δρόμο προσπερνάμε τους οικισμούς Σμίνθη και Μίκη και φτάνουμε στον όμορφο Εχίνο που είναι και το μεγαλύτερο χωριό της περιοχής. Συνολικά από την Ξάνθη μέχρι τον Εχίνο θα διανύσετε 35 χιλιόμετρα, όλα σε ασφάλτινο δρόμο. Από εδώ μπορείτε εύκολα να συνεχίσετε για τα πιο απόμακρα χωριά. Πέντε χιλιόμετρα μετά ο δρόμος διακλαδίζεται. Αν στρίψετε δεξιά, θα επισκεφθείτε τις Θέρμες με τους τρεις οικισμούς και θα καταλήξετε στην παραποτάμια Μέδουσα. Η διαδρομή αυτή δεν είναι πάνω από 16 χιλιόμετρα, από αυτά τα 6 σε καλό χωματόδρομο. Εξίσου ενδιαφέρουσα είναι και η διαδρομή για τα πολύ ορεινά χωριά Κοτύλη και Δημάριο. Ο δρόμος ελίσσεται μέσα από υπέροχα δάση, ποτάμια, μικρά καταπράσινα χωράφια. Παντού θα δείτε ανθρώπους να παλεύουν με τη γη, ακόμα με πρωτόγονα μέσα. Παρόλη την κούρασή τους πάντα είναι φιλικοί και φιλόξενοι. Μην διστάσετε να τους μιλήσετε, όλο με κάτι θα αστειευτούν. Από Εχίνο μέχρι Δημάριο που είναι και το πιο απόμακρο χωριό, θα διανύσετε συνολικά 20 χιλιόμετρα. Τα Πομάκικα χωριά είναι καθαρά, νοικοκυρεμένα, διατηρούν την αρχιτεκτονική τους προσωπικότητα, και το κυριότερο από όλα, σφύζουν από ζωή!