Ποιος βγάζει τα περισσότερα λεφτά από τα ακριβά καύσιμα;
Που πάνε τα λεφτά που δίνεις όταν βάζεις καύσιμα; Και ποιός «κονομάει» εις βάρος σου τώρα που οι τιμές είναι στα ύψη;
Oύτε τα διυλιστήρια, ούτε τα πρατήρια ούτε οι εταιρείες εξόρυξης! Τότε;
Τα ακριβά καύσιμα ήρθαν, και απ`ότι φαίνεται θα μείνουν για πολύ καιρό. Οι τιμές σκαρφαλώνουν και φαίνεται πως ακόμη δεν έχουμε δει ούτε έχουμε καταλάβει πόσο ψηλά θα φτάσουν πριν σταθεροποιηθούν και, ίσως, κάποια στιγμή αρχίσουν να κατεβαίνουν.
Οι ακριβές τιμές των καυσίμων οφείλονται σε δύο βασικές αιτίες. Την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, και φυσικά, τα αποτελέσματα του κορονοϊού. Στην πρώτη περίπτωση, το Ρωσικό πετρέλαιο δεν είναι πλέον είδος προς αγορά, και έτσι ένα μεγάλο μέρος της ζήτησης που πριν κάλυπτε η Ρωσία, τώρα πρέπει να καλυφθεί από τις άλλες χώρες-παραγωγούς.
Όμως παρότι ο ΟΠΕΚ έχει αυξήσει την παραγωγή για να ανταπεξέλθει, ο κορονοϊός έχει αφήσει τα δικά του κουσούρια. Όταν το βαρέλι έφτανε αρνητικές τιμές, και οι εταιρείες εξόρυξης πλήρωναν για να ξεφορτωθούν το πετρέλαιο, τον καιρό της πανδημίας, καμία εταιρεία δεν έκανε επενδύσεις για να αυξήσει την παραγωγή. Έτσι όχι μόνο δεν αναπτύχθηκε η βιομηχανία, αλλά συρρικνώθηκε, και με την τεράστια αύξηση της ζήτησης λόγω του πολέμου, η παραγωγή απλά δεν φτάνει.
Και έτσι, όσο η ζήτηση παραμένει υψηλότερη από την προσφορά, η κούρσα της τιμής προς τα πάνω συνεχίζεται. Και το κόστος των καυσίμων ανεβαίνει συνεχώς. Όμως, ποιός «κονομάει»;
Σίγουρα όχι το πρατήριο, που δουλεύει με σταθερό ποσό (και όχι ποσοστό) κέρδους ανά λίτρο. Ίσως όχι και τα διυλιστήρια, που μπορεί να έχουν αυξήσει τα κέρδη τους, αλλά δεν είναι απαραίτητα «κονόμα», δηλαδή αισχροκέρδεια.
Σίγουρα κερδίζουν οι εταιρείες εξόρυξης, όπως φαίνεται και από τα νούμερα που δημοσιεύουν, αφού για τα ίδια λίτρα εξόρυξης πλεόν πληρώνονται διπλά, τριπλά ή και τετραπλά από πέρσι και πρόπερσι, ενώ με την παραγωγή στο μέγιστο, έχουν μεγιστοποιήσει τα έσοδά τους. Όμως όσο και αν αυτό μας «πονάει», είναι κάτι που δεν ελέγχουμε ούτε εμείς, ούτε οι κυβερνήσεις, και στο κάτω κάτω, μιλάμε για την πρωτογενή παραγωγή.
Οπότε ναι, κερδίζουν, αλλά και πάλι δεν είναι εκεί η «κονόμα». Που είναι; Ποιός άλλος κερδίζει από την τιμή των καυσίμων στο πρατήριο. Είπαμε, ο πρατηριούχος, το διυλιστήριο, οι εταιρείες. Ποιός μένει; Το δημόσιο. Το δημόσιο βάζει το δασμό, φόρο δηλαδή, και πάνω στο τελικό ποσό ανά λίτρο «κοπανάει» και τον ΦΠΑ, φόρο στο φόρο δηλαδή. Οι φόροι και οι δασμοί είναι το μεγαλύτερο ποσό στο κόστος των καυσίμων. Και επειδή μιλάμε για ποσοστό επί της τελικής τιμής, όσο ακριβότερα τα καύσιμα, τόσο περισσότερα τα λεφτά που έρχονται στο δημόσιο, που είναι και αυτό που «κονομάει» τα περισσότερα.
Μπορεί να πει κανείς πως τα λεφτά του δημοσίου είναι στο κάτω κάτω δικά μας λεφτά. Μπορεί να πει επίσης πως θα προτιμούσαμε αφού είναι δικά μας, να μένουν στην τσέπη μας και το δημόσιο να βγάζει λιγότερα, τώρα που το κόστος ζωής, μαζί με τα καύσιμα, μας έχει γονατίσει. Θα μπορούσε κανείς να πει πολλά, όμως από το δημόσιο δεν ακούγεται τίποτε. Ούτε για μείωση του δασμού, όπως έχει γίνει σε τόσες άλλες χώρες, ούτε για μείωση του ΦΠΑ. Τι περιμένουν;