Η παραβίαση του STOP είναι μία από τις σημαντικότερες παραβάσεις που μπορεί να κάνει ο οδηγός, ωστόσο λίγοι γνωρίζουν πως υπάρχουν κάποιες περιπτώσεις στις οποίες ο παραβάτης μπορεί να απαλλαχθεί.
Πότε περνάω νόμιμα και πότε δεν φέρω ευθύνη
H παραβίαση της πινακίδας του STOP είναι μία από τις συχνότερες παραβάσεις (δες ποιες από αυτές έχουν πρόστιμο ένα μηνιάτικο) στους ελληνικούς δρόμους, σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε η Ελληνική Αστυνομία για το 2022, παρά το γεγονός πως ο κίνδυνος που ελλοχεύει για την ζωή τόσο του παραβάτη όσο και του πιθανού θύματος είναι μεγάλη. Χαρακτηριστικό είναι το δυστύχημα που συνέβη τη Μεγάλη Τρίτη στη συμβολή της λεωφόρου Καλαμακίου με την οδό Νίκης, στον Αλιμο, όταν ένας ηλικιωμένος οδηγός ενός smart fortwo φέρεται να παραβίασε το «STOP» σε διασταύρωση με αποτέλεσμα να πέσει πάνω του μια μοτοσικλέτα μεγάλου κυβισμού και ο αναβάτης της να χάσει την ζωή του.
Με αφορμή του δυστύχημα αυτό και χωρίς την παραμικρή πρόθεση να δικαιολογήσουμε τον ηλικιωμένο οδηγό που προκάλεσε το δυστύχημα παραπάνω (αυτή είναι δουλειά των δικαστηρίων), καταπιανόμαστε με το εάν κάποιος παραβάτης οδηγός, γενικότερα, μπορεί να απαλλαχτεί από την ευθύνη της πρόκλησης ενός τροχαίου.
Η παραβίαση του ΣΤΟΠ δεν συνεπάγεται καταδίκη του παραβάτη
Ξεκινάμε, ξεκαθαρίζοντας πως η παραβίαση του STOP (δες ποιο είναι το πρόστιμο) είναι μια σοβαρότατη παράβαση, την οποία πρέπει να σέβονται όλοι οι οδηγοί και να δείχνουν την δέουσα προσοχή. Ωστόσο, είναι νομολογιακά δεκτό ότι η παράβαση των διατάξεων του ΚΟΚ δεν θεμελιώνει αυτή καθαυτή υπαιτιότητα στην επέλευση του τροχαίου ατυχήματος αλλά αποτελεί ένα στοιχείο, το οποίο σταθμίζεται από το δικαστήριο της ουσίας, προκειμένου να κριθεί η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συγκεκριμένης πράξεως και του επελθόντος αποτελέσματος. Αυτό σημαίνει ουσιαστικά ότι μπορεί εκ πρώτης όψεως ένας παραβάτης να κρίνεται ένοχος, ωστόσο η σωστή ανάδειξη των πραγματικών περιστατικών μπορεί να αλλάξει το αποτέλεσμα της ποινικής διαδικασίας.
Από την προναφερεθείσα διάταξη συμπεραίνουμε ότι η παραβίαση μιας διάταξης του ΚΟΚ γενικά αλλά και, ειδικότερα, της διάταξης σχετικά με την πινακίδα του STOP, δεν συνεπάγεται κατά τρόπο απόλυτο την ευθύνη του εκάστοτε οδηγού. Αυτό συμβαίνει γιατί η πινακίδα του STOP δεν απαγορεύει την διέλευση του οδηγού αλλά ενημερώνει τον οδηγό πως δικαιούται να εισέλθει στον κόμβο ύστερα από έλεγχο ότι ο κόμβος είναι ελεύθερος. Η λέξη «ελεύθερος» και το νόημά της είναι το σημείο κλειδί. Ελεύθερος σύμφωνα με τον ΚΟΚ είναι ο κόμβος όταν τα έχοντα προτεραιότητα οχήματα, που δεν έχουν STOP στην πορεία τους, βρίσκονται σε τέτοια απόσταση από αυτόν, που με το εκάστοτε επιτρεπόμενο ανώτατο όριο ταχύτητας να μην προλαβαίνουν να φτάσουν σε αυτόν, ενώ αντιθέτως, ο οδηγός που έχει πινακίδα STOP στην πορεία του, να προλαβαίνει να διέλθει στον κόμβο. Συνεπώς, ο οδηγός υποχρεούται να διακόψει την πορεία του οχήματός του και να μην διέλθει στον κόμβο, μόνο όταν διαπιστώνει πως κινούνται οχήματα επί της οδού στην οποία πλησιάζει και, μάλιστα, σε απόσταση τέτοια που να μην προλαβαίνει ο ίδιος να διέλθει.
Υπάρχει προηγούμενο στην αθώωση παραβάτη STOP;
Mε την υπΆ αριθμ. 3208/1992 απόφαση του Εφετείου Αθηνών κρίθηκε ότι ο οδηγός, στην πορεία του οποίου βρισκόταν πινακίδα STOP, δεν την παραβίασε, αλλά εισήλθε κατά 3,50 μέτρα στο ρεύμα πορείας του έχοντος προτεραιότητα καθέτως κινουμένου οχήματος, καθότι ήταν αδύνατο να ελέγξει την κίνηση στην οδό αυτή λόγω σταθμευμένου στην αριστερή πλευρά του, οχήματος. Καθώς, όμως, άκουσε τον θόρυβο και αντιλήφθηκε το καθέτως κινούμενο όχημα, που εν προκειμένω επρόκειτο για μοτοσυκλέτα, ακινητοποίησε το δικό του όχημα, αφήνοντας ελεύθερο περιθώριο 3,40 μέτρων για την ασφαλή διέλευση της μοτοσυκλέτας, χωρίς να καταλάβει όλο το πλάτος του ρεύματος και να φράξει εντελώς την πορεία του. Αντιθέτως, κρίθηκε ότι ο έχων προτεραιότητα οδηγός της μοτοσυκλέτας κινούμενος με ταχύτητα, κατά πιθανολόγηση, τουλάχιστον 50 – 55 χιλιομέτρων ανά ώρα, αιφνιδιάστηκε, πανικοβλήθηκε ενδεχομένως και θεώρησε προφανώς ότι ο διερχόμενος από την πλευρά του STOP οδηγός, δεν θα σταματήσει, αλλά θα συνεχίσει και θα του φράξει εντέλει την πορεία. Για τον λόγο αυτόν τροχοπέδησε απότομα τη μηχανή του, που είχε φθαρμένο το πίσω ελαστικό της και άρα ελλιπή πρόσφυση στο οδόστρωμα, εν συνεχεία έχασε τον έλεγχο αυτής και πλαγιολίσθησε σε μήκος 2,90 μέτρων επί του οδοστρώματος, με αποτέλεσμα να προσκρούσει τελικά μαζί με τη μηχανή στον μπροστινό αριστερό τροχό του ακινητοποιημένου αυτοκινήτου και να εξοστρακιστεί διαγωνίως στο απέναντι αριστερό της πορείας του πεζοδρόμιο. Οι συνθήκες αυτές στάθηκαν ικανές να απαλλάξουν τον οδηγό του εκ του STOP κινούμενου οχήματος από οιαδήποτε ευθύνη.
Κλειδί οι συνθήκες κάτω από τις οποίες γίνονται τα τροχαία
Συμπερασματικά, καταλήγουμε ότι για την απόδειξη της υπαιτιότητας και της συμβολής κάθε εμπλεκόμενου μέρους στην αιτιώδη πρόκληση του ζημιογόνου αποτελέσματος λαμβάνονται υπόψη συνολικά οι εκάστοτε συνθήκες. Έτσι, μπορεί να περιοριστεί η ευθύνη του οδηγού που παραβίασε πινακίδα του STOP, αν λαμβάνοντας υπόψη όλα τα δεδομένα (υπέρβαση ορίων ταχύτητας, κατανάλωση αλκοόλ, εν γένει αμελής οδήγηση) διαπιστωθεί η ύπαρξη συντρέχουσας ευθύνης του οδηγού του έχοντος προτεραιότητα οχήματος.