Μέσα
στην πόλη ο κοινός παρονομαστής δεν είναι άλλος από την ευκολία χειρισμών
και την υποδειγματική ευελιξία. Το γεγονός αυτό διασφαλίζεται τόσο
από το περιορισμένο μήκος των αμαξωμάτων (3,61 μέτρα και στα δύο μοντέλα)
και την ύπαρξη υποβοηθούμενων τιμονιών, όσο και από την πανοραμική
θέση οδήγησης.
Οι διαφορές στα οδικά χαρακτηριστικά εντοπίζονται στο εθνικό ή το
επαρχιακό δίκτυο. Εκεί, το νέο Suzuki Ignis αποδεικνύεται εξίσου ασφαλές
αλλά λιγότερο ευχάριστο από το Toyota Yaris. Και αυτό γιατί οι αναρτήσεις
του Ignis επιτρέπουν στο αμάξωμα να εκδηλώσει μεγαλύτερες κλίσεις
στις κλειστές στροφές οι οποίες όμως έχουν... ψυχολογικό και όχι ουσιαστικό
αντίκτυπο στον οδηγό. Τα περιθώρια πρόσφυσης επαρκούν και στις δύο
περιπτώσεις, αφού τα φαινόμενα της υποστροφής εμφανίζονται το ίδιο
προοδευτικά και ομαλά.
Στην ευθεία το Toyota Yaris προηγείται συγκριτικά με το Ignis, αφού
το τελευταίο δεν καταφέρνει να κινηθεί με ανάλογα γρήγορους ρυθμούς
(η τελική ταχύτητα του Ignis υπολείπεται αυτής του Yaris κατά 25 χλμ./ώρα)
και επηρεάζεται περισσότερο από τους πλευρικούς ανέμους. Σε θέματα
άνεσης αδιαφιλονίκητος κυρίαρχος δεν υπάρχει, αφού οι αναρτήσεις και
των δύο αντιδρούν το ίδιο "νευρικά" στις ανωμαλίες των ελληνικών δρόμων.
Παρά
την υψηλή ιπποδύναμη του κινητήρα, η τελική ταχύτητα του Ignis
δεν καταφέρνει να περάσει την τιμή των 150 χλμ./ώρα.
Οι
πλευρικοί άνεμοι επηρεάζουν λιγότερο την κατευθυντικότητα του
Toyota Yaris 1,3 όταν αυτό κινείται με υψηλές ταχύτητες.
Το Suzuki Ignis εκδηλώνει πιο έντονες κλίσεις
στις κλειστές στροφές. Τα φαινόμενα υποστροφής, ωστόσο, εκδηλώνονται
με εξίσου προοδευτικό τρόπο με το Yaris.
To Toyota Yaris είναι πιο ευχάριστο και φιλικό στις στροφές. Οι κλίσεις
του αμαξώματος δεν προβληματίζουν τον οδηγό, ούτε και η αίσθηση του
τιμονιού.
ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΟ: Suzuki Ignis 1,3 - Toyota Yaris 1,3 Διαμάχη... ισχύος