Το Civic πλαισιώνει την γκάμα του με την πετρελαιοκίνητη έκδοσή του, η οποία και βρισκόταν σε «φάση» αναμονής από την πρώτη παρουσίαση του μοντέλου, έτσι ώστε να δεχθεί όλα τα εφόδια και να περάσει μέσα από τις στενωπούς που δημιουργούν οι αλλαγές στους υπολογισμούς ρύπων και το WLTP. Το Civic 1,6 i-DTEC που δεν διαφέρει σε τίποτα εμφανισιακά αλλά και στο εσωτερικό του από τις βενζινοκίνητες εκδόσεις του, ξεκινά από τα 22.120 ευρώ στην βασική έκδοση Comfort, ενώ η έκδοση Elegance κοστίζει από 25.250 ευρώ.
Κινητήρας:
O i-DTEC κινητήρας έχει δεχτεί πλήθος αλλαγών ωστόσο διατηρεί τις ίδιες τιμές απόδοσης και ροπής (120 ίππων/4.000 σ.α.λ και 300 Nm/2.000 σ.α.λ). Πιο συγκεκριμένα ξανασχεδιάστηκε το αλουμινένιο μπλοκ εξωτερικά με νέες ενισχύσεις οι οποίες οδηγούν σε αυξημένη στιβαρότητα και περισσότερο πολιτισμένη λειτουργία. Βασική αλλαγή είναι τα χαλύβδινα έμβολα αντί των αλουμινένιων που υπήρχαν πριν. Οι Ιάπωνες διαχειρίζονται καλύτερο τη θερμότητα με το ατσάλι γεγονός που ψύχει καλύτερα το μπλοκ και με τη σειρά του κάνει πιο εύκολη τη δουλειά της κυλινδροκεφαλής η οποία χυτεύεται πλέον με νέο τρόπο και μπορεί να είναι πιο λεπτή και πιο ελαφριά από ότι πριν. Τεράστια δουλειά έχει γίνει και στην επεξεργασία των καυσαερίων, την παγίδευση και επεξεργασία των NOx και των σωματιδίων χωρίς τη χρήση πρόσθετων. Aποτέλεσμα όλων αυτών είναι με βάση τα νέα πρότυπα μετρήσεων, το εν λόγω μοτέρ να έχει εργοστασιακή κατανάλωση 3,5 λτ./100 χλμ. και εκπομπές CO2 στα 93 γρ./χλμ. τιμές αν μη τι άλλο εντυπωσιακές.
Οδική συμπεριφορά:
Στο δρόμο, η πετρελαιοκίνητη έκδοση του Civic παρουσιάζει ένα πολύ θετικό τράβηγμα χαμηλά ενώ λειτουργικά εντυπωσιάζει με το βάθος της και το πώς «ανοίγει» αρμονικά και γραμμικά έως και πάνω από τις 4.000 σ.α.λ. δημιουργώντας ένα πολύ σεβαστό «παράθυρο» ωφέλιμης λειτουργίας για πετρελαιοκινητήρας. Όσον αφορά στο μοτέρ αυτό καθΆαυτό, γίνεται επίσης άμεσα αντιληπτός ο περιορισμός των δονήσεων και του κροταλίσματος του, στοιχεία που προσμετρούν θετικά στην οδική συμπεριφορά του.
Αυτή χαρακτηρίζεται και πάλι ευχάριστη, με τον οδηγό αρχικά να κάθεται εξαιρετικά και να λαμβάνει πολύ καλή αίσθηση. Το Civic και εδώ παρουσιάζει μια πιο σπορτίφ διάθεση σε σχέση με τον ανταγωνισμό του, με την ανάρτηση να είναι μεν σφιχτή αλλά να μην επηρεάζει σημαντικά τα υψηλά επίπεδα άνεσης που το χαρακτηρίζουν. Οι μικρές κλίσεις του αμαξώματος, τα αυξημένα μετατρόχια και το σίγουρο γενικότερα πάτημά του, το καθιστούν ικανό και σε δρόμο με στροφές, παρουσιάζοντας ουδετερότητα και μεγάλα περιθώρια πρόσφυσης.