Η αρχή έγινε το 2002, όταν η εταιρεία με σήμα τους τέσσερις κύκλους παρουσίασε το RS 6.
Ο κινητήρας που εφοδίαζε το πρώτο RS 6, ένας biturbo V8 χωρητικότητας 4,2 λίτρων, έπαιρνε τις τελικές του ρυθμίσεις όχι στο Ingoldstadt ή το Neckarsulm, αλλά στη Βρετανία δια χειρός Cosworth με αποτέλεσμα να αποδίδει 450 ίππους και 560 Nm ροπής. Για να εξασφαλιστεί ότι τα RS 6 Avant και Sedan θα είχαν σωστά μοιρασμένη την άνεση και την σπορτίφ διάσταση, η Audi εφάρμοσε τη νέα τότε ανάρτηση Dynamic Ride Control (DRC). Υπεύθυνο για την μετάδοση της κίνησης ήταν ένα αυτόματο κιβώτιο 6 σχέσεων με μετατροπέα ροπής, που συνοδευόταν από πέντε προγράμματα οδήγησης. Από πλευράς επιδόσεων, κατάφερνε το 0-100 χλμ./ώρα σε 4,7 δευτερόλεπτα και η τελική ταχύτητα περιοριζόταν ηλεκτρονικά στα 250 χλμ./ώρα.
Μέχρι σήμερα, η πρώτη γενιά του RS 6 ήταν και η μοναδική που εξελίχθηκε και ως αγωνιστικό αυτοκίνητο από την αρχή. Στην αγωνιστική εκδοχή RS 6 Competition ο V8 biturbo απέδιδε 475 ίππους, είχε μηχανικό κιβώτιο και κέρδισε από τον πρώτο κιόλας αγώνα.
Στο τέλος αυτής της γενιάς, η quattro GmbH πρόσθεσε έξτρα ισχύ στον κινητήρα και έδωσε το όνομα «plus» στην έκδοση. Η ιπποδύναμη ανέβηκε από τους 450 στους 480 ίππους, η ροπή παρέμεινε στα 560 Nm και η τελική ταχύτητα έφθασε τα 280 χλμ./ώρα, ενώ προστέθηκε και εξοπλισμός, ο οποίος μέχρι τότε ήταν στα έξτρα στοιχεία.