Μιλώντας για diesel plug-in μεσαίο SUV τότε οι 2,4 τόνοι της GLC 300 de είναι λίγο-πολύ ένα αναμενόμενο (μεγάλο) βάρος. Για τη διαχείρισή του η ανεξάρτητη ανάρτηση της GLC (με πολλαπλούς συνδέσμους πίσω) έχει προφανώς σφίξει, νόμισμα που έχει δύο όψεις. Η μία όψη έχει να κάνει με την οδηγική συμπεριφορά, που είναι ουσιαστικά αψεγάδιαστη με την ανάρτηση να ελέγχει με επιτυχία τις κινήσεις του αμαξώματος. Ακόμα και αν κινηθείς σβέλτα με επιλεγμένο το Sport πρόγραμμα, η GLC θα σε ανταμείψει με μεγάλα περιθώρια πρόσφυσης και θεαματική ουδετερότητα, με το τιμόνι να παραμένει ακριβές και στιβαρό σε αίσθηση. Στην ουδέτερη συμπεριφορά συμβάλει φυσικά και το ηλεκτρονικό οπλοστάσιο, καθώς και η ηλεκτρονικά ελεγχόμενη τετρακίνηση 4Matic (45:55), που απογειώνει την ελκτική και πλευρική πρόσφυση.
Από την άλλη, η σφιχτή ανάρτηση και με δεδομένη την απουσία της επιλογής για αερανάρτηση (ρυθμίζει συνεχώς και ανεξάρτητα σε κάθε τροχό τον βαθμό απόσβεσης) κάνει τη GLC 300 de να μην έχει την σπουδαία ποιότητα στην απόσβεση κάποιων έντονων ανωμαλιών, που λατρέψαμε στην βενζινοκίνητη plug-in GLC 400e. Ακόμα και έτσι όμως η ποιότητα κύλισης σε καλό οδόστρωμα είναι υψηλή με τον ήχο εντός της καμπίνας να είναι ανεπαίσθητος (65,9 db στα 120 χλμ./ώρα!) και το ταξίδι απολαυστικό.
Από την GLC 300 de που δοκιμάσαμε «έλλειπε» και η ενεργή τετραδιεύθυνση, κάτι που μας δυσκόλεψε στην αστική χρήση μιας και ο κύκλος στροφής είναι στα 11,8 μέτρα (10,9 μ. με τετραδιευθυνση) κάτι φαίνεται στο παρκάρισμα (υπάρχει στάνταρ κάμερα όπισθεν) και την κίνηση στα στενά αστικά δρομάκια.