Διαβάστηκε από 20383αναγνώστεςΗμερομηνία δημοσίευσης:18/11/2008
Οι εταιρείες εμπορίας διαμορφώνουν την τιμή πώλησής τους προς τα πρατήρια, ανάλογα με το πόσον που αγόρασαν από το διυλιστήριο, το κόστος μεταφοράς και φυσικά προσθέτοντας το κέρδος, που ποικίλει ανάλογα με την οικονομική πολιτική της κάθε εταιρείας. Φυσικά και το κόστος μεταφοράς διαφέρει από περιοχή σε περιοχή, λόγω της μεγάλης απόστασης σε πολλές περιπτώσεις, ενώ με διατάξεις τα κόμιστρα είναι θεσμοθετημένα ανάλογα με τον τύπο του καυσίμου και την περιοχή μετάβασης.
Ποιοι φόροι επηρεάζουν τις τιμές των καυσίμων;
Οι φόροι που επικάθονται στη λιανική τιμή πώλησης των καυσίμων είναι ο Φ.Π.Α (19%) και ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης που αυτή τη στιγμή ανέρχεται στα 350 ευρώ/1.000 λίτρα, ενώ από τις αρχές του 2009 θα αναπροσαρμοστεί στα 359 ευρώ/1.000 λίτρα, κάτι που μεταφράζεται σε αύξηση της τιμής λιανικής κατά 1 λεπτό, σύμφωνα με τους βενζινοπώλες. Ωστόσο η αύξηση αυτή θεωρείται επιβεβλημένη, αφού ως Κράτος μέλος της Ε.Ε, θα πρέπει έως το 2012 να συγκλίνουμε-με αλλεπάλληλες αυξήσεις-στο μέσο ευρωπαϊκό φόρο κατανάλωσης στα καύσιμα που πλησιάζει τα 400 ευρώ/1.000 λίτρα.
Αυτή τη στιγμή πάντως, η Ελλάδα κατέχει τη 10η χαμηλότερη τιμή στην αμόλυβδη βενζίνη( λόγω μειωμένου Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης) στην Ευρώπη των 27, αφού σε άλλες χώρες η μέση τιμή της αμόλυβδης βρισκόταν στα 1,567 ευρώ. Ωστόσο χαρακτηρίζεται κοινωνικά άδικο το γεγονός ότι ο Φ.Π.Α επιβάλλεται τόσο στον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης, όσο και στη λιανική τιμή πώλησης των καυσίμων (κάτι που έχει καταγγείλει επανειλημμένα και η Ομοσπονδία Βενζινοπωλών), με αποτέλεσμα ο πολίτης να φορολογείται διπλά. Αυξήσεις για την "προστασία του περιβάλλοντος"
Παρόλο που στις μέρες που διανύουμε, η διεθνής τιμή του πετρελαίου "φλερτάρει" με τα 50 δολάρια ανά βαρέλι, πρατηριούχοι με τους οποίους ήρθαμε σε επαφή, μας ανέφεραν ότι οι εταιρείες τους πωλούν σε αυξημένες τιμές, μερικούς τύπους καυσίμων, λόγω του ότι η μείωση των ποσοστών Θείου αυξάνει το κόστος παραγωγής. Παρόλο που η κίνηση αυτή προσανατολίζεται ξεκάθαρα στην προστασία του περιβάλλοντος, επιφέρει αύξηση της λιανικής τιμής πώλησης έως και 10 λεπτά ανά λίτρο.
Όπως μπορούμε να δούμε και στο παραπάνω διάγραμμα, που παρουσιάζεται η πορεία της μέσης τιμής της αμόλυβδης σε σχέση με την τιμή του αργού πετρελαίου Brent. Η οροφή που έπιασαν και οι δύο παράγοντες είναι 1,267 (ευρώ/λίτρο)και 143,59 (δολλάρια/βαρέλι) αντίστοιχα. Όπως τονίζουν παράγοντες της αγοράς η μεγάλες διακυμάνσεις του αργού πετρελαίου, δεν πέρασαν στους καταναλωτές ποτέ, λόγω των 3μηνων συμβάσεων που συνάπτουν τα διυλιστήρια με τις πετρελαιοπαραγωγές χώρες. Ωστόσο οι μειώσεις δεν περνούν ποτέ στο βαθμό και με την ταχύτητα των αντίστοιχων μειώσεων, αφού οι εταιρείες προβάλλουν ως επιχείρημα τον δείκτη Platt's, κάτι δηλαδή που δεν μπορεί να αντιμετωπίσει πρακτικά το Υπουργείο Ανάπτυξης.
Γιατί δεν ταυτίζονται οι μειώσεις του αργού πετρελαίου με αυτές της λιανικής τιμής; Σύμφωνα με τον ΣΕΕΠΕ (Σύνδεσμος Εταιρειών Εμπορίας Πετρελαιοειδών), το 50% της λιανικής τιμής πώλησης των καυσίμων στις αντλίες αποτελείται από φόρους, όπως ο Φ.Π.Α και ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης. Επομένως η οποιαδήποτε μείωση στη διεθνή τιμή του αργού πετρελαίου, συνεπάγεται μείωση, μόνο κατά 50% του αντίστοιχου ποσοστού στην τιμή της αντλίας. Πρακτικά δηλαδή, αν το αργό παρουσιάσει πτώση κατά 30%, τότε η αντίστοιχη μείωση στη λιανική πώληση, θα ανέρχεται στο μισό, δηλαδή στο 15%. Σε αυτό το λόγο οφείλεται εν μέρει και η μη ταύτιση των γραφικών απεικονίσεων, της μέσης τιμής της αμόλυβδης, με το κόστος του αργού πετρελαίου, στο παραπάνω διάγραμμα.
Ανούσιο αποδείχτηκε τελικά το μέτρο του πλαφόν που επιχείρησε να εφαρμόσει πρόσφατα το Υπουργείο Ανάπτυξης. Αν και ο υπουργός Χρήστος Φώλιας, έχει δηλώσει επανειλημμένα ότι προτίθεται να καταπολεμήσει την κερδοσκοπία στα καύσιμα στην πράξη, δεν φαίνεται να αλλάζει τίποτα.
ΡΕΠΟΡΤΑΖ: Ακριβά τα καύσιμα σε σχέση με την τιμή του αργού πετρελαίου