Το Renault Clio διαθέτει τον ισχυρότερο κινητήρα (διαθέσιμο και με 85 ίππους), χωρίς να ξεφεύγει σε κατανάλωση. Σε αυτό βοηθά και η λειτουργία ECO, που διαθέτει.
Από τα μοντέλα της μεγάλης συγκριτικής δοκιμής, το Renault Clio είναι το μόνο διαθέσιμο με 2 επιλογές απόδοσης. Έτσι ο αναβαθμισμένος 1,5 Blue dCi προσφέρεται με 85 ή 115 ίππους με τη δεύτερη να είναι αυτή που μας παραχωρήθηκε μέχρι τώρα για δοκιμή. Είναι το ισχυρότερο μοτέρ της παρέας, αλλά και αυτό με τη μεγαλύτερη ροπή (260 Nm). Παρότι η τελευταία αποδίδεται στις 2.000 σ.α.λ. στην πράξη απλώνεται ομαλά από χαμηλότερες στροφές και το μοτέρ ανταποκρίνεται με ελάχιστη υστέρηση, χωρίς να κροταλίζει και διατηρώντας τον πολιτισμένο χαρακτήρα του. Αν και το δυνατότερο, το Clio δεν είναι το πιο σβέλτο της παρέας με τις επιδόσεις του πάντως να χαρακτηρίζονται ως απόλυτα ανταγωνιστικές.
Ως πιο σβέλτο σε ρεπρίζ και άρα στην καθημερινότητα εμφανίζεται σύμφωνα με τις μετρήσεις μας το Peugeot 208 χάρη στον σύγχρονο turbodiesel 1,5 BlueHDi των 100 ίππων και των 250 Nm ροπής στις 1.750 σ.α.λ.. Τραβάει γερά από χαμηλά, λειτουργεί πολιτισμένα και αθόρυβα, ενώ η χροιά και το κροτάλισμα του diesel είναι ελάχιστα αισθητά. Τον ίδιο κινητήρα χρησιμοποιεί φυσικά το Citroen C3, αλλά πλέον και το Opel Corsa, τα οποία εμφανίζουν ανάλογα καλά χαρακτηριστικά λειτουργίας και παραπλήσιες ρεπρίζ.
Από πλευράς ιπποδύναμης ακολουθεί η ισπανική και η γερμανική πρόταση του ομίλου VW. To SEAT Ibiza και το VW Polo αντίστοιχα χρησιμοποιούν τον ίδιο 1,6 TDI κινητήρα με 95 άλογα και 250 Nm στις μόλις 1.500 σ.α.λ. Το μοτέρ στην πράξη αποδεικνύεται αρκούντως ελαστικό από χαμηλά με ικανή ροπή ώστε να κινήσει σβέλτα τα αμαξώματα. Παράγει σχετικά αυξημένα επίπεδα θορύβου, που ωστόσο δεν ενοχλούν όσο στο Opel Corsa και έτσι μεγαλύτερο μειονέκτημα παραμένει ο συνδυασμός με 5άρι κιβώτιο, το οποίο σε συνδυασμό με το αυξημένο βάρος οδηγεί σε «άνευρες» ρεπρίζ ειδικά με την μακριά 5η σχέση.
Ο κινητήρας του Ford Fiesta -ο μόνος που δεν χρησιμοποιεί υγρό εξάτμισης Adblue- έχει 85 άλογα και 215 Nm ροπής από τις 1.750 σ.α.λ. Στην πράξη το μοτέρ νιώθει πιο καλά όσο πλησιάζει τις 2.000 σ.α.λ., σημείο από το οποίο δείχνει πολύ «γεμάτο» μέχρι αρκετά ψηλά στο στροφόμετρο. Είναι αρκετά διακριτικό ηχητικά και κυρίως έχει ένα αρκετά ομαλό, γραμμικό ίχνος χωρίς να «γδέρνει». Σημαντικό ατού η παρουσία χειροκίνητου κιβωτίου έξι σχέσεων, το οποίο βοηθά ώστε οι επιδόσεις να παραμένουν επαρκείς παρά την μικρότερη ονομαστική απόδοση.
...καλή μεν αυτή η γενική συγκριτική παρουσίαση, πλην όμως λείπει ένας συγκριτικός πίνας τιμών αγοράς, ώστε να ξέρουμε πού βαδίζουμε.